Στην Αγία Παρασκευή του 2017 ένας 59χρονος συμπολίτης μας άφησε την τελευταία του πνοή τις ημέρες που η «Αριάδνη» άπλωνε τον παγωμένο της πέπλο πάνω απ΄την Ελλάδα τις οποίας οι «Δομές» αποδεδειγμένα κινούνται στον άξονα «Τίποτα – Υποτυπώδεις» από συστάσεως της μετά την τουρκοκρατία μέχρι και σήμερα.
Ο συγκεκριμένος συνδημότης μας είχε ζητήσει το καλοκαίρι του 2016 «βοήθεια» από την κοινωνική υπηρεσία του Δήμου υπό μορφή χορήγησης φαγητού και φαρμάκων τα οποία και λάμβανε τρεις φορές της εβδομάδα.
Τον συνδημότη μας είχε επισκεφτεί και κοινωνική λειτουργός η οποία είχε χαρακτηρίσει την κατάσταση του χώρου που διαβίωνε ως «άθλια» και τον είχε προτρέψει να νοσηλευτεί σε νοσοκομείο για το καρδιολογικό του πρόβλημα και στη συνέχεια να φιλοξενηθεί σε κάποιον «Ξενώνα αστέγων».
Όποιος έχει επισκεφτεί αυτούς τους ξενώνες, έχει ενημερωθεί για τους «κανόνες λειτουργίας», κι έχει μιλήσει με ανθρώπους που είχαν φιλοξενηθεί σ΄ αυτούς, θα καταλάβει το «Γιατί» ο συνδημότης μας είχε αρνηθεί να πάει και είχε επιλέξει να ζει κάτω απ΄αυτές τις συνθήκες αλλά κοντά σε συγγενικά και φιλικά του πρόσωπα στο περιβάλλον στο οποίο τόσα χρόνια ζούσε.
Ο συνδημότης μας πέθανε, και η ταφή του λειψάνου έγινε στο Δημοτικό μας κοιμητήριο, ζώντας όπως εκείνος είχε επιλέξει.
Η πολιτεία, ο δήμος, κι εμείς όλοι αν θέλαμε να γνωρίζαμε, θα μπορούσε να είχαμε συμβάλει στην καλύτερη ποιότητα ζωής του, όπως και σε πολλούς άλλους που βρέθηκαν ή βρίσκονται στην ίδια μ΄αυτόν θέση.
Για εμάς τους «πολλούς» είναι ζήτημα επιλογής. Για το Δήμο και το κράτος είναι θέμα «πολιτικών προτεραιοτήτων» που αν δεν τις «καταλαβαίνουν» θα πρέπει να τους το υπενθυμίζουμε.
Αυτό όμως που είναι απαράδεκτο είναι η προσπάθεια «πολιτικής καπήλευσης του θανάτου» είτε για να καταδειχθεί η «ευαισθησία» είτε για να καταγγελθεί η «αναισθησία» γιατί πολύ φοβάμαι ότι θα υπάρξει πληθώρα «ανακοινώσεων» ένθεν κακείθεν…
Οι πολιτικοί δημοτικοί ταγοί ας περιοριστούν στην σιωπή που ο σεβασμός προς τον νεκρό επιβάλλει. Όλοι ανεξαιρέτως, άλλοι λιγότερο κι άλλοι περισσότερο έχουμε ευθύνη για την ύπαρξη αυτών που διαβιούν κάτω από «άθλιες συνθήκες» .
Ας ασχοληθούμε περισσότερο με το «τι» μπορούμε να προσφέρουμε στους εν ζωή και όχι με το «τι» μπορούμε ν΄ αποκομίσουμε από το θάνατο τους.
Ανδρέας Μπαλωτής
Δημοσιογράφος ΕΣΗΕΑ – ΠΟΕΣΥ
Για το θέμα αυτό εξέδωσε ανακοίνωση η παράταξη «Αγία Παρασκευή η πόλη μας» στην οποία αναφέρει τα εξής:
«Μια οργανωμένη διοίκηση που δεν μπορεί να προστατέψει τα πιο αδύναμα μέλη της κοινωνίας, θεωρούμε ότι έχει αποτύχει.
Πριν από λίγες ημέρες απεβίωσε συμπολίτης μας, ο οποίος διαβιούσε υπό άθλιες συνθήκες και ο οποίος ήταν, υποτίθεται, υπό την επίβλεψη του Δήμου. Η κατάστασή του ήταν γνωστή στην δημοτική Αρχή, αφού είχε απευθυνθεί προς τον ίδιο το δήμαρχο Γιάννη Σταθόπουλο και είχε συμπεριληφθεί στους δικαιούχους του Κοινωνικού Μαγειρείου. Παρ΄όλα αυτά και παρά το γεγονός ότι ο συμπολίτης μας είχε και σοβαρά προβλήματα υγείας, η δημοτική Αρχή δεν έλαβε κανένα μέτρο προφύλαξής του αν και ήταν σε όλους γνωστό ότι επίκειτο κύμα κακοκαιρίας. Ακόμη και αν ο συμπολίτης μας αυτός αρνιόταν (όπως ανεπίσημα αφέθηκε να διαρρεύσει, ως δικαιολογία) να δεχθεί βοήθεια, τότε θα μπορούσε η δημοτική Αρχή να εξαντλήσει κάθε τρόπο που είχε στη διάθεσή της. Θέλουμε να υπενθυμίσουμε στο δήμαρχο Γιάννη Σταθόπουλο και στον υπεύθυνο των Κοινωνικών Δομών Γεράσιμο Βλάχο, ότι σε δύο ταυτόσημες περιπτώσεις επί δημαρχίας Βασίλη Ζορμπά, η διοίκηση έδρασε άμεσα και αποτελεσματικά, με προσωπική παρέμβαση του τότε δημάρχου, δίνοντας μάλιστα μόνιμη λύση. Χωρίς «φανφάρες και πυροτεχνήματα», στα οποία και μόνο επιδίδεται με το παραμικρό η σημερινή δημοτική Αρχή.
Όχι μόνο αδιαφόρησαν αλλά και προσπάθησαν να αποκρύψουν το γεγονός. Το ότι δε, όταν αυτό μαθεύτηκε, δεν ανέλαβαν τις ευθύνες που τους αναλογούν (τηρώντας ως τώρα αιδήμονα σιωπή) αλλά και διεξήγαγαν έρευνα για το πώς και από ποιόν διέρρευσε η «πληροφορία προς τα έξω» (γιατί το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι η «εικόνα» τους), αποδεικνύει την ενοχή τους.
Η παράταξή μας, ζήτησε εγγράφως την σύγκλιση της Επιτροπής Κοινωνικής Πολιτικής (που δεν έχει συνεδριάσει καθόλου περίπου ένα τρίμηνο) για ενημέρωση και για λήψη αποφάσεων σε περιπτώσεις ακραίας φτώχειας, προκειμένου να μην έχουμε παρόμοια λυπηρά γεγονότα στο μέλλον».