Το τέλος του Μύθου – τέλος της Τραγωδίας

0
telos mithou

Το δεύτερο, ότι όχι μόνο δεν έλειψε από το πλατύτερο Κοινό το ενδιαφέρον για την κλασική τραγωδία, αλλά κάθε φορά που του δίνεται η ευκαιρία, παρακολουθεί με συγκίνηση τις παραστάσεις της και ευφραίνεται από το θέαμα.
Και τα δύο είναι αναμφισβήτητα. Εκείνο όμως που μας διαφεύγει είναι η περίεργη σχέση τους· το πώς δηλαδή, παρά το ζωηρό ενδιαφέρον του Κοινού για την κλασική τραγωδία, το είδος τούτο της Τέχνης έπαψε να καλλιεργείται.
Πολλοί και σοβαροί κριτικοί έχουν ασχοληθεί με την παρακμή της τραγωδίας. Ενδεικτικά αναφέρω από τα ξένα δημοσιεύματα τον «Θάνατο της τραγωδίας» του George Steiner και από τα ελληνικά το «Αφιέρωμα στην τραγική Μούσα» του Άγγελου Τερζάκη.
Οι περισσότερες εξηγήσεις συγκλίνουν στην υπόθεση ότι τόσο από την ιστορική της καταγωγή όσο και κατά την αισθητική της δικαίωση η τραγωδία δεν μπορεί να ζήσει σ’ έναν «άμυθο», θρησκευτικά και μεταφυσικά αφυδατωμένο κόσμο, όπως είναι σήμερα ο δικός μας.
Το κλίμα, μέσα στο οποίο γεννήθηκε και αναπτύχθηκε, κλίμα ψυχολογικό και διανοητικό, καθώς και κοινωνικό, ευνόησε και προώθησε μιαν αίσθηση της ζωής και μιαν εκτίμηση του ανθρώπου εντελώς διαφορετική από τη δική μας.
Ο τραγικός ποιητής (ευθυγραμμισμένος στο σημείο τούτο με το Κοινό που περίμενε και χαιρόταν το έργο του) ανέπνεε σε ατμόσφαιρα εμποτισμένη από ένα ολοζώντανο παραδοσιακό «μύθο».
Από μιαν «αλήθεια» δηλαδή υπερβατική, όχι λογικά αλλά διαισθητικά προσιτή, που έπαιρνε τη βεβαιότητά της από μιαν εσώτερη, υποσυνείδητη εμπειρία και δεν ανεχόταν να εξερευνηθεί με τον νου, αλλά μόνο να παρασταθεί συμβολικά, γιατί τότε θα μπορούσε να δείξει τη δύναμή της με τη γοητεία και τη φρίκη, με το δέος που κυρίευε όσους την πλησίαζαν.
Για μια τέτοιαν «αλήθεια» δεν διαθέτει πλέον ο «προσγειωμένος» (όπως τον λέμε με φιλαρέσκεια) άνθρωπος της εποχής μας το ανάλογο όργανο υποδοχής. Ή εξακολουθεί να το έχει, γιατί μια τόσο βαθιά μέσα στο ανθρώπινο κύτταρο ριζωμένη ιδιότητα, η μυθολατρική, δεν αποβάλλεται, αλλά τούτο εργάζεται με πολύ μειωμένη ένταση, υπολειτουργεί, και γι’ αυτό η δημιουργική φαντασία των συγγραφέων του θεάτρου βρίσκει σήμερα την πνευματική πλήρωσή της σε άλλους εκφραστικούς τρόπους.
Την απόδειξη μας τη δίνει – λέγουν – η ιστορία της τραγωδίας. Γέννημα της λατρείας (ενός λαού που συνδύαζε την άγρυπνη σκέψη με το θρησκευτικό αίσθημα και με τους κορυφαίους φιλοσόφους του παραδέχτηκε ότι «τα πάντα είναι γεμάτα από θεούς») η τραγωδία ζει και πεθαίνει μαζί με τον αρχαίο Ελληνικό Μύθο.
Δηλαδή με μιαν ορισμένη αντίληψη και σημασιολόγηση του κόσμου και της ζωής, που εικονίζεται σε όλα τα μνημεία εκείνου του μεγάλου και ανεπανάληπτου πολιτισμού.
Αυτή την αντίληψη και τη σημασιολόγηση προσπάθησαν οι μεγάλοι τραγικοί (Αισχύλος, Σοφοκλής, Ευριπίδης) όχι να την εξηγήσουν με έννοιες, αλλά να την παραστήσουν με συμβολικά «πρόσωπα» και «γεγονότα», για να διδάξουν και να «παραμυθήσουν» τον άνθρωπο του καιρού τους, όχι φωτίζοντας την επιφάνεια του νου, αλλά αναταράζοντας τα βαθύτερα στρώματα της ψυχής του.
Όταν από τη σκηνή του Χρόνου πέρασε και εξαφανίστηκε ο Ελληνικός Μύθος, πέρασε και εξαφανίστηκε μαζί του και η τραγωδία.
Αν λοιπόν ο Μύθος (που δεν επιτρέπεται να ταυτίζεται με το «παραμύθι» ή τον ευγενή του πρόγονο, τον «θρύλο») αποτελεί το κλίμα της τραγωδίας, είναι γιατί βυθίζει πρόσωπα και πράγματα σε μιαν ατμόσφαιρα μυστηρίου και θαύματος, αναιρεί από πριν κάθε απόπειρα λογικής εξήγησης και αναδείχνει το φοβερό μέγεθος, τη «διαφωνική» υφή του τραγικού θέματος.
Όταν ο Μύθος, με τη ριζική μεταβολή των συνθηκών της ατομικής και της συλλογικής ζωής, χάνει τη ζωτικότητά του και παύει να εμπνέει δέος στη συνείδηση, το οποιοδήποτε συνταρακτικό γεγονός παίρνει μέσα στην καλλιτεχνική φαντασία τις «κοινές» διαστάσεις, ζητάει την «εξήγηση», τη λογική ανάλυση, την ηθική ή την πολιτική δικαίωση, την απορία γεννάει, όχι τη φρίκη, τη φυσική δυσφορία προκαλεί, όχι τη μεταφυσική εξέγερση – μπορεί δηλαδή να γίνει θέμα δράματος, όχι υπόθεση τραγωδίας.

Γιατί έχει αλλάξει παραμέτρους· η κλίμακα μίκρυνε, μαζί μ’ αυτήν και το μέγεθός του. – Ας προσέξουμε πώς πρόλαβε η γλώσσα και επισήμανε τις διαφορές. Ο τραγικός ποιητής έδωσε τη θέση του στον θεατρικό συγγραφέα, τα πρόσωπα των έργων δεν είναι πλέον ήρωες, αλλά χαρακτήρες, δεν θα φρίξουμε πια από τη μοίρα τους, θα συγκινηθούμε με τις περιπέτειές τους…

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ

Απάντηση