Ο κ. Στρατής Μπουρνάζος, δημοσιογράφος μέλος της ΕΣΗΕΑ και Ιστορικός, είναι υπεύθυνος για τα «Ενθέματα» της «Κυριακάτικης Αυγής», ένα ένθετο που φιλοξενεί Ιδέες, Πολιτισμό και Πολιτική», επιμένοντας να «πηγαίνει σε βάθος» τα θέματα της επικαιρότητας που προσεγγίζει κάθε εβδομάδα.
Με αφορμή τα «έργα και τις ημέρες» της Χρυσής Αυγής, συναντηθήκαμε μαζί του και συζητήσαμε για τις λιγότερος γνωστές πλευρές αυτής της εγκληματικής οργάνωσης, όπως πρόσφατα χαρακτηρίστηκε από τις δικαστικές αρχές.
«Σ» Συνδυάζοντας τις δύο σας ιδιότητες, δημοσιογράφου και Ιστορικού, θα θέλαμε μας εξηγήσετε με λίγα λόγια την εμφάνιση του νεοφασισμού – νεοναζισμού στην Ελλάδα όπως και την είσοδο τους στο ελληνικό Κοινοβούλιο.
«Οι ρίζες του νεοφασισμού – νεοναζισμού υπάρχουν διάχυτες στο παρελθόν της ελληνικής κοινωνίας. Δηλαδή, ιδέες ή νοοτροπίες, ρατσιστικές, αντισημιτικές, ομοφοβικές, σεξιστικές, ξενοφοβικές και μισαλλόδοξες, θα βρούμε να διαπερνούν την ελληνική κοινωνία από τα μέσα του 20ου αιώνα μέχρι και σήμερα.
Σε πολιτικό επίπεδο μπορεί κατά καιρούς να εκφράστηκαν από διάφορα κόμματα αλλά αυτό που θα πρέπει να συζητήσουμε, είναι το «Πως» όλες αυτές οι διάχυτες ιδέες, απέκτησαν έναν συγκεκριμένο εκφραστή, τη Χρυσή Αυγή και εισήχθησαν στο ελληνικό κοινοβούλιο .
Είναι ένα πολύ ενδιαφέρον και ταυτόχρονα επικίνδυνο φαινόμενο, το γεγονός ότι ο ιδεολογικός εκφραστής του νεοφασισμού – νεοναζισμού, πέτυχε κοινοβουλευτική εκπροσώπηση βρίσκοντας απήχηση στη σημερινή κοινωνία, όντας στην πραγματικότητα μία οργάνωση που έχει χαρακτηριστικά συμμορίας!
Κατά τη γνώμη μου τα αίτια πρέπει να αναζητηθούν κυρίως στις συνθήκες της κρίσης που μαστίζει τη χώρα, γιατί και το 1977 αντίστοιχη παράταξη είχε λάβει ένα εκλογικό ποσοστό του 7% περίπου. Βεβαίως οι αριθμοί δεν είναι «στατικά πράγματα», δεν είναι σακί με πατάτες. Το 7% της «εθνικής» τότε «παράταξης» και το αντίστοιχο σημερινό ποσοστό της Χρυσής Αυγής είναι εντελώς διαφορετικά στοιχεία. Το ένα ήταν ένας «αριθμός – συνονθύλευμα», που δεν είχε καμία δυναμική και διαλύθηκε… και το δεύτερο έχει ανοδικές τάσεις στις δημοσκοπήσεις της τάξεως του 10 – 12 και 15%, και «τρομάζει» το μέχρι που μπορεί να φτάσει αλλά και το πόση απήχηση και ανταπόκριση θα βρει στην κοινωνία».
«Σ» Όταν αναφέρεστε στην κρίση, μιλάτε για την οικονομική ή για την πολιτική;
«Και τα δύο γιατί δυστυχώς αντιμετωπίζουμε μια « συνολική κρίση». Σε παλαιότερη εποχή εάν κάποιος έχανε τη δουλειά του, θα πάθαινε ένα σοκ, αλλά υπήρχε η βεβαιότητα της προοπτικής ότι θα έβρισκε πολύ σύντομα κάποια άλλη. Σήμερα, ένας άνθρωπος 50 χρονών που απολύεται βιώνει τον τρόμο και την αβεβαιότητα ότι δεν θα βρει ποτέ δουλειά… κι αυτό κσθ΄ αυτό το γεγονός δημιουργεί νέες πρωτόγνωρες συνθήκες».
«Σ» Ως παράγοντα μπορούμε να λάβουμε και τη μη πολιτικοποίηση της κοινωνίας;
«Δεν θα έλεγα ότι η ελληνική κοινωνία δεν είναι επαρκώς πολιτικοποιημένη. Κατά τη γνώμη μου η κύρια αιτία, είναι η άγρια αλλαγή των οικονομικών και βιοτικών συνθηκών. Το πρόβλημα εστιάζεται κυρίως στο γεγονός ότι ο άνεργος σήμερα γνωρίζει από τώρα ότι τα επόμενα δύο – τρία – πέντε χρόνια τα πράγματα θα είναι χειρότερα! Με αποτέλεσμα να υπάρχει μεγάλη απαξίωση προς το πολιτικό σύστημα συνολικά το οποίο μοιάζει «αδύναμο» στην αντιμετώπιση των προβλημάτων . Οι πολίτες φοβούνται ότι θα ναι βουτηγμένοι στο χάλι και τη μιζέρια για τα επόμενα, άγνωστο πόσα, χρόνια κι ότι το πολιτικό σύστημα, το οποίο θεσμικά καλείται να δώσει λύσεις, είναι βαθύτατα διεφθαρμένο, απαξιωμένο και ανίκσνο.
Όλα τα παραπάνω αποτελούν το καταλληλότερο έδαφος για την ανάπτυξη φασιστικών κομμάτων όπως η Χρυσή Αυγή η οποία χρησιμοποιεί ένα συγκεκριμένο αφήγημα που λέει ότι: «Χάνεις τη δουλειά σου, γι αυτό φταίνε οι μετανάστες, τους οποίους φέρανε οι διεφθαρμένοι πολιτικοί, οι οποίοι είναι όργανα των Ευρωπαίων, σιωνιστών κ.τ.λ».
Σ΄ αυτό το «παραμύθι» στηρίζεται η Χρυσή Αυγή και όχι στις ιστορικές ρίζες, την ακροδεξιά κ.τ.λ. το οποίο παρότι δεν στέκει, είναι εύκολα αποδεκτό σε συνθήκες ταραχής, απελπισίας και εξαγρίωσης».
«Σ» Τα Μ.Μ.Ε και οι εργαζόμενοι σ΄ αυτά δημοσιογράφοι αντιμετωπίζουν τη Χρυσή Αυγή και τις «απειλές» της με σωστό κατά τη γνώμη σας τρόπο;
«Όχι και νομίζω είναι κι αυτός είναι ένας πολύ σημαντικός παράγοντας. Θα έλεγα ότι ρεπορτάζ όπως του «Τσανελ Φορ» ή του «Μπι – Μπι –Σι» αποτελούν παραδείγματα που δίνουν ιδέες για το πώς θα μπορούσε να είναι η δημοσιογραφία απέναντι στη Χρυσή Αυγή. Επίσης ο τρόπος που εργάζονται οι δημοσιογράφοι «ξένων» Μ.Μ.Ε αποτελούν επίσης παραδείγματα, όπως π.χ ένας από αυτούς που καμουφλαρίστηκε και πήγε σε συγκεντρώσεις της Χρυσής Αυγής, δίνοντας έτσι το παράδειγμα του «Τι» είναι η «ερευνητική δημοσιογραφία». Αν εξαιρέσουμε τώρα κάποια παραδείγματα, όπως τον « Ιό της Κυριακής» ή τον «Τζανγκλ ριπορτ» που υπηρετούν αυτό το είδος, νομίζω ότι δεν είδαμε ερευνητική δημοσιογραφία, πέρα από τις απόψεις που κάθε έντυπο έχει υιοθετήσει απέναντι στην Χρυσή Αυγή.
Δεν είδαμε δηλαδή καμιά έρευνα σε θέματα όπως την χρηματοδότηση αυτής της οργάνωσης, τις καταγγελίες που έχουν ακουστεί με συμπλοκές, συμμορίες και τον τρόπο που λειτουργεί αυτή η οργάνωση σε επίπεδο επιθέσεων.
Παράλληλα σε διάφορα μέσα υπήρχε αβαντάρισμα της Χρυσής Αυγής όπως το στημένο όπως αποδείχθηκε ρεπορτάζ με τους Χρυσαυγίτες που πάνε τις γιαγιάδες στην τράπεζα και αποδείχθηκε ότι αυτή η γιαγιά ήταν μάνα ενός από τους υποψηφίους!
Το πιο ενδιαφέρον είναι από εφημερίδες καθόλα ευυπόληπτες όπως «Τα Νέα» ή η «Καθημερινή». Τα Νέα λίγο πριν τις τελευταίες εκλογές είχαν ένα δισέλιδο με τίτλο ευτυχώς που ήρθε η Χρυσή Αυγή. Βέβαια ήταν μέσα σε εισαγωγικά και ήταν φράση ενός κατοίκου στον Άγιο Παντελεήμονα. Ωστόσο ένα δισέλιδο μιας μεγάλης εφημερίδας με τέτοιο τίτλο και με 10 γνώμες μέσα θετικές και μία αρνητική, ασφαλώς δημιουργεί μία εντύπωση. Δεν λέω ότι χάλκευσε τις γνώμες αλλά τίθεται το θέμα της «Άλλης άποψης» όπως έκανε το Μπι-Μπι-Σι. Επίσης έχουμε μια ειδική περίπτωση με τη θεωρία των δύο άκρων, βλέπουμε αρθρογράφους πολλούς σε εφημερίδες παραδοσιακά έγκριτες, όπως ο Στέφανος Κασσιμάτης στην «Καθημερινή», παρόλο που δεν έχω καθόλου καλή γνώμη γι’ αυτόν τον αρθογράφο, δεν έχει σημασία, έγραψε σ’ ένα άρθρο ότι ΚΚΕ – ΣΥΡΙΖΑ και Χρυσή Αυγή βλάπτουν το ίδιο τη Δημοκρατία!
Δεν μπορώ να φανταστώ μεγαλύτερη υπηρεσία στην Χρυσή Αυγή από αυτό το γεγονός!!
Επίσης ένα ζήτημα κυρίως για την τηλεόραση είναι ένα « υπόστρωμα» ξενοφοβίας, ρατσισμού, κινδυνολογίας και ηθικού πανικού που υπήρχε όλα τα προηγούμενα χρόνια με αιχμή το μεταναστευτικό…»..
«Σ» Τι πρέπει να κάνει ένας δημοσιογράφος λοιπόν; Πώς αντιμετωπίζει την Χρυσή Αυγή ένας δημοσιογράφος που θέλει να κάνει σωστά τη δουλειά του;
«Αφ’ ενός εφαρμόζοντας όλη την δεοντολογία και όλα τα εργαλεία που του δίνει το επάγγελμά του, να κάνει έρευνα και να μην προσχωρεί στον εντυπωσιασμό.
Να κάνει τη δουλειά του με αυστηρότητα, ερευνητική διάθεση, πάθος, ψυχραιμία όπως θα έκανε για οποιοδήποτε άλλο ζήτημα και έχοντας παράλληλα τη συνείδηση ότι δεν ένα οποιοδήποτε ζήτημα αλλά ένα πάρα πολύ σοβαρό το απειλεί τον πυρήνα της κοινωνίας και του πολιτεύματος.
Μ’ αυτούς τους δύο άξονες θα πορευόμουν. Είναι εξαιρετικά σημαντικό θέμα ειδικά όταν έχουμε ανατριχιαστικές σκηνές μαχαιρώματος ανθρώπων επειδή έχουν διαφορετικό χρώμα. Άρα αυτό νομίζω ότι υποχρεώνει κάθε δημοκρατικά ευαίσθητο άνθρωπο, προοδευτικό ή συντηρητικό, χριστιανό ή μη να ευαισθητοποιηθεί και να κάνει σωστά τη δουλειά του.
Ο δάσκαλος στο σχολείο, ο δημοσιογράφος στη δημοσιογραφία κ.τ.λ.».
Αρχική
Απόψεις
Συνεντεύξεις «Χρυσή Αυγή». Η «Συνέχεια» του «Φασισμού –Ναζισμού» ή «Γέννημα» της Ένδειας;