Χρόνια τώρα τριγύριζε ανάμεσα μας σπέρνοντας τον διχασμό, την συκοφαντία το ψέμα και την υποκρισία.
Φερμένος από πρωτόγονη κοινωνία, με παιδικά χρόνια ποτισμένα από ρουφιανιά και μίσος, μεγάλωνε με το όραμα της εξουσίας.
Άφιλος, δειλός, αφερέγγυος και αμαθής, χρησιμοποίησε ότι πιο βλαβερό κρυβόταν στα σκοτάδια για ν΄αποκτήσει την πολυπόθητη μάσκα η οποία θα του επέτρεπε να κυκλοφορεί μεταξύ μας κρύβοντας την πραγματικότητα της σαπίλας που έρεε στο κορμί του.
Πότε έρποντας και πότε απειλώντας, πότε ρουφιανεύοντας και πότε ξυλοκοπώντας τους πιο αδύναμους, ανέβαινε σκαλί σκαλί στην κοινωνική πυραμίδα αλληλοστηριζόμενος με τους όμοιους του.
Καπηλευόμενος πατρίδες και κόμματα βρήκε μια γωνιά που του πρόσφερε την σιγουριά και την ευκαιρία να υφάνει τον γλοιώδη ιστό του εκμεταλλευόμενος τις ανάγκες των γύρω του.
Συνάνθρωποι, γυναίκες, παιδιά, γνωστοί παλιοί και νέοι, αποτέλεσαν την τροφή για τον ιστό που όλο και μεγάλωνε γύρω από το αδηφάγο του ΕΓΩ, κι όταν στέρεψαν, ο ιστός άρχισε ν΄απλώνεται στους δρόμους και τα σοκάκια, να μπαίνει στα σπίτια, στις ταβέρνες και τα στέκια διαβρώνοντας κι ενσωματώνοντας οτιδήποτε είχε την ίδια φύση μ΄αυτόν.
Κι ο ιστός μεγάλωνε κι ενωνόταν με τους αντίστοιχους άλλων ΕΓΩ που δίψαγαν για αποδοχή και χρήμα. Κρυμμένοι στις αποχετεύσεις και τους υπονόμους απλώθηκαν σ΄όλη την πόλη κι όταν ένιωσαν πια «πολλοί και ισχυροί» φόρεσαν τις μάσκες και βγήκαν στο φως.
Υποσχέθηκαν, απείλησαν, καλόπιασαν, εκβίασαν, δελέασαν, υποχρέωσαν, σπίλωσαν και τελικά επικράτησαν. Ο Άρχων του ψεύδους, της μισαλλοδοξίας και του διχασμού μας χαμογελά.
Χαμογελά μ΄αυτό το «κάτι σαν χαμόγελο» γιατί επιτέλους μπορεί νόμιμα και ανενόχλητος ν΄αρπάξει όλα όσα ονειρευόταν σαν παιδί και μετά να επιστρέψει στα γνωστά του σκοτάδια και ν΄απολαύσει το μεγαλείο του ΕΓΩ του.
Όσο για τον «ιστό»; Τι τον νοιάζει; Εκείνος είχε κάνει μπάζα του κι είχε αποδείξει πόσο σπουδαίος ήταν. Ας ψάξει να βρει άλλον σαν αυτόν, δεν θα δυσκολευτεί δα.
Ανδρέας Χρ. Μπαλωτής