«Τα ΜΜΕ και το Φαινόμενο του Νεοναζισμού» ήταν το θέμα της ημερίδας που διοργάνωσε το Μορφωτικό Ίδρυμα της ΕΣΗΕΑ την Τετάρτη 6 Μαρτίου 2013 στην αίθουσα εκδηλώσεων του κτηρίου της Ένωσης στις 18.00 το απόγευμα.
Το θέμα ήταν άκρως ενδιαφέρον με αποτέλεσμα να παρευρεθούν πολλοί συνάδελφοι δημοσιογράφοι, άλλοι ως κεντρικοί ομιλητές και άλλοι που απλά θέλησαν να εκφράσουν τις απόψεις τους ή να ακούσουν τις αντίστοιχες των συναδέλφων τους.
Η για πρώτη φορά είσοδος νεοναζιστικού – φασιστικού κόμματος στην ελληνική Βουλή, όπως και η συμπεριφορά των μελών του απέναντι σε «Αδύνατες» κοινωνικές ομάδες, δεν άφησε την ηγεσία της Ένωσης Συντακτών αδιάφορη, αλλά μέσω του Μορφωτικού Ιδρύματός της, προσκλήθηκαν στη συγκεκριμένη εκδήλωση όσοι εκ των δημοσιογράφων ήθελαν να τοποθετηθούν για τις συνέπειες του γεγονότος αυτού στα κοινωνικά και πολιτικά δρώμενα της χώρας μας καθώς και για το ρόλο που διαδραματίζουν τα ΜΜΕ και οι εργαζόμενοι σε αυτά.
Η αίθουσα στον πρώτο όροφο του κτηρίου της ΕΣΗΕΑ, όπου και πραγματοποιήθηκε η ημερίδα, ήταν κατάμεστη από συναδέλφους δημοσιογράφους οι οποίοι πριν την έναρξή της σχημάτιζαν πηγαδάκια συζητώντας είτε για την οικονομική και πολιτική κρίση στη χώρα μας, είτε για το θέμα που θα συζητιόταν σε λίγη ώρα, είτε για τα «Παλιά», όσους τουλάχιστον ένωνε μια κοινή επαγγελματική πορεία.
Η αίθουσα έσφυζε από πολιτικές συζητήσεις, ανησυχίες και προβληματισμούς αλλά και χαμόγελα. Καταδείχθηκε ότι ο δημοσιογραφικός χώρος είχε ανάγκη να συναθροιστεί και να μιλήσει πρόσωπο με πρόσωπο, βγάζοντας μ’ αυτόν τον τρόπο τον καθένα από το «Κλειστό καβούκι» της τηλεόρασης, της εφημερίδας ή του ραδιοφώνου που δουλεύει και να μιλήσει λίγο πιο ελεύθερα από τα σφιχτά πλαίσια (χωροθετικά ή πολιτικά) που απαιτεί η γραφή ενός κειμένου.
Με λίγη ώρα καθυστέρησης, ενός περίπου «Ακαδημαϊκού» εικοσάλεπτου, οι προσκεκλημένοι ομιλητές άρχισαν να παίρνουν τις θέσεις τους στην έδρα απ’ όπου θα μιλούσαν.
Η ημερίδα λοιπόν χωριζόταν σε δύο «Τραπέζια» ομιλητών που συζήτησαν διαφορετικές πτυχές του θέματος. Το πρώτο «Τραπέζι» είχε ως ομιλητές τους δημοσιογράφους Λιάνα Κανέλλη, Τάσο Κωστόπουλο, Στρατή Μπουρνάζο και Τάσο Τέλλογλου, οι οποίοι συζήτησαν τις ευθύνες των ΜΜΕ για την ανάδειξη του Νεοναζισμού στην Ελλάδα από το παρελθόν μέχρι και σήμερα.
Το δεύτερο «Τραπέζι» που απαρτιζόταν από τους δημοσιογράφους Λίνα Αλεξίου, Ξένια Κουναλάκη, Νίκο ξυδάκη, Γιάννη Τριάντη και Στέλιο Κούλογλου ανέπτυξε απόψεις πάνω στο θέμα «Δημοσιογράφοι και ΜΜΕ απέναντι στην νεοναζιστική πρόκληση», συζητώντας επί της ουσίας τρόπους αντιμετώπισης του Νεοναζισμού από τον δημοσιογραφικό χώρο.
Το συντονισμό της συζήτησης ανέλαβε για το πρώτο «Τραπέζι» ο δημοσιογράφος και Ταμίας της ΕΣΗΕΑ Μωυσής Λίτσης, ενώ για το δεύτερο η δημοσιογράφος και Γραμματέας της Ένωσης Φανή Πετραλιά.
Ο πρόεδρος της ΕΣΗΕΑ, Δημήτρης Τρίμης |
Τον κύκλο των ομιλιών ξεκίνησε ο πρόεδρος της ΕΣΗΕΑ Δημήτρης Τρίμης χρησιμοποιώντας πολύ σκληρό λόγο για τις πρακτικές που υιοθετεί και υλοποιεί στην κοινωνία η Χρυσή Αυγή, οι οποίες οδηγούν πολύ συχνά σε εγκληματικές και κακουργηματικές πράξεις . Ωστόσο ακόμα πιο σκληρά μίλησε ο κ. Τρίμης για την «Ανικανότητα» τηλεαστέρων δημοσιογράφων να απαντήσουν στις ναζιστικές θέσεις τις Χρυσής Αυγής.
Ο κ. Τρίμης κατήγγειλε ότι υπάρχει σοβαρή απόκρυψη πληροφοριών από τα τηλεοπτικά, κι όχι μόνο, Μ.Μ.Ε. που βαραίνουν τo νεοναζιστικό κόμμα δίνοντας τα εξής δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα:
1) Την τελεσίδικη απόφαση του Αρείου Πάγου για «10μελή φάλαγγα μελών που προέβησαν σε δολοφονική επίθεση κατά φοιτητή» και
2) Την καταδίκη του αρχηγού του κόμματος της Χρυσής Αυγής Νικόλαου Μιχαλολιάκου με την κατηγορία της βομβιστικής επίθεσης.
Ο πρόεδρος της ΕΣΗΕΑ προς το τέλος της ομιλίας του μίλησε για προχειρολογία και ανευθυνότητα πολλών δημοσιογράφων οι οποίοι δεν πραγματοποιούν σωστό ρεπορτάζ των ειδήσεων, εστιάζοντας στους συντάκτες του αστυνομικού ρεπορτάζ, των οποίων οι πηγές προέρχονται τον τελευταίο καιρό μόνο από μία πλευρά, αυτή της Αστυνομίας, δίχως έρευνα ως οφείλουν να κάνουν.
Στη συνέχεια της διαδικασίας υπήρξε η αρχή ομιλιών από το πρώτο «Τραπέζι».
Την αρχή έκανε η δημοσιογράφος και Βουλευτής του ΚΚΕ κ. Λιάνα Κανέλλη η οποία δήλωσε ότι ενώ καλείται για ομιλίες τα τελευταία 40 χρόνια από το Μορφωτικό Ίδρυμα της ΕΣΗΕΑ, για την ίδια, η συγκεκριμένη ήταν η πιο σοβαρή.
Η κ. Κανέλλη αρνήθηκε να δεχτεί τον όρο «Νεοφασισμός» εξηγώντας ότι ο φασισμός συνοδεύει από πανάρχαια χρόνια τον άνθρωπο οπότε και
ενεπλάκη με την εξουσία.
«Όφειλαν να μην εκπλαγούν οι δημοσιογράφοι με τη γέννηση του «Τέρατος», ειδικά όταν στο παρελθόν δεν εμποδίστηκε ποτέ η ανάδειξη του από πολλούς συναδέλφους» είπε η κ. Κανέλλη η οποία απόρησε με τον χαρακτηρισμό «Φαινόμενο της Χρυσής Αυγής» που προσδίδουν πολλοί όταν θέλουν να αναλύσουν την εκλογική της άνοδο τον Ιούνιο του 2012. Συγκεκριμένα η κ. Κανέλλη διευκρίνισε ότι πολλοί συνάδελφοί όταν επιχειρούν να κάνουν ανάλυση του «Φαινομένου», την κάνουν λαθεμένα λόγω έλλειψης παιδείας, γνώσεων και ιδιαίτερα, ανθρωπιστικών σπουδών.
Η γνωστή δημοσιογράφος και Βουλευτής του ΚΚΕ χαρακτήρισε την Χρυσή Αυγή ως «Το δοξάρι στο βιολί της μουσικής που παίζουν τα κόμματα της τρικομματικής κυβέρνησης» δηλώνοντας ξεκάθαρα ότι το συγκεκριμένο κόμμα αποτελεί «Εργαλείο του συστήματος» με σκοπό τη χειραγώγηση της κοινωνίας σ’ έναν εμφύλιο του 21ου αιώνα.
Το λόγο στη συνέχεια έλαβε ο δημοσιογράφος και συγγραφέας κ. Τάσος Κωστόπουλος δηλώνοντας αρχικά ότι πλειάδα των ηλεκτρονικών Μ.Μ.Ε. «Έσπρωξαν» και ανέδειξαν την Χρυσή Αυγή που άντλησε μεγάλη δύναμη εξαιτίας αυτού του γεγονότος, παρότι ήταν απούσα από το «Κίνημα της πλατείας» και τα κινήματα κατά του Μνημονίου τα προηγούμενα τρία χρόνια. Ο ναζισμός, κατά τον συγγραφέα, δεν ήταν πάντα εχθρικός στην κοινωνία, ιδιαίτερα την εποχή πριν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν χρησιμοποιήθηκε από τον αστικό πολιτικό κόσμο ως λύση στην τότε νεοφιλελεύθερη κρίση και συγκρίνοντάς το με τη σημερινή εποχή έκανε λόγο για την ίδια ψευδαίσθηση που βασίζεται μέρος της κοινωνίας.
Ο κ. Κωστόπουλος χαρακτήρισε ως «Άτυπο βραχίονα» της Αστυνομίας το ρόλο που διαδραματίζει η Χρυσή Αυγή σε μαζικές πορείες και τεκμηρίωσε την άποψή του αυτή με τα γεγονότα που έχει απαθανατίσει ο φωτογραφικός φακός, μελών της Χρυσής Αυγής να συνεργάζονται με αντίστοιχα της Αστυνομίας.
«Άτυπο έντυπο της Χρυσής Αυγής» χαρακτήρισε την εφημερίδα «Πρώτο Θέμα» ο κ. Κωστόπουλος και δεν παρέλειψε και αυτός να αναφερθεί στην ανικανότητα ορισμένων δημοσιογράφων να μην παρουσιάζουν «Αλήθειες» στο ρεπορτάζ που πραγματοποιούν συνάδελφοί του.
Η φράση αυτή του κ. Κωστόπουλου απετέλεσε πάσα για τον επόμενο ομιλητή, τον δημοσιογράφο και συγγραφέα Στρατή Μπουρνάζο ο οποίος χαρακτήρισε «Γραφείο Τύπου της Χρυσής Αυγής» την εν λόγω εφημερίδα.
Ο κ. Μπουρνάζος μίλησε για την μισαλλοδοξία και την ξενοφοβία που διέπουν την ελληνική κοινωνία, στοιχεία που η Χρυσή Αυγή εκμεταλλεύεται στο έπακρον,δρώντας σύμφωνα με το χαρακτήρα της, κηρύσσοντας δηλαδή το μίσος.
«Αποσιωπάται η Ιστορία των δράσεων της Χρυσής Αυγής» υποστήριξε ο κ. Μπουρνάζος αναφέροντας ως παραδείγματα το βεβαρημένο παρελθόν του κ. Μιχαλολιάκου αλλά και τη φυλάκιση του τότε «Δεξιού του χεριού» Περίανδρου.
Επίσης ο κ. Μπουρνάζος χαρακτήρισε ως σφάλμα την αναφορά πολλών συναδέλφων που υποστηρίζουν τη θεωρία των δύο άκρων, δηλώνοντας ότι η εποχή που διανύουμε αποτελεί ευκαιρία για διόρθωση των λαθών που οδήγησαν τη χώρα στην δριμεία οικονομική κρίση που διανύει.
Τελευταίος από το πρώτο «Τραπέζι» μίλησε ο κ. Τάσος Τέλλογλου ο οποίος έθεσε το ερώτημα: «Ποιοι δίνουν πολιτικό χρήμα στην Χρυσή Αυγή και βάσει ποιας ατζέντας», ερώτημα που αποτέλεσε προβληματισμό για περισυλλογή και μόνο, μιας κι απάντηση δεν υπήρξε. Ο κ. Τέλλογλου ανέλυσε το γεγονός ότι το Λ.Α.Ο.Σ του κ. Καρατζαφέρη έχασε τη δύναμή του λόγω της συμμετοχής του στην κυβέρνηση Παπαδήμου, λάθος το οποίο προέβλεψε ότι ο κ. Μιχαλολιάκος «Δεν θα κάνει» για να κρατηθεί περισσότερο καιρό στην πολιτική επικαιρότητα.
Για τον κ. Τέλλογλου, όπως ο ίδιος δήλωσε, η Ημερίδα που πραγματοποιήθηκε είναι απλά η αρχή μιας συζήτησης που πρέπει να συνεχιστεί.
Το δεύτερο «Τραπέζι» που συζήτησε πάνω στο θέμα «Δημοσιογράφοι και ΜΜΕ απέναντι στην νεοναζιστική πρόκληση» ξεκίνησε με τις δημοσιογράφους Λίνα Αλεξίου και Ξένια Κουναλάκη.
Η κ. Αλεξίου έκανε λόγο για σοβαρή σταθεροποίηση του ποσοστού της Χρυσής Αυγής εκλογικά αλλά και κοινωνικά, γεγονός που οφείλεται κυρίως στην ελλειπήενημέρωση και απόκρυψη ειδήσεων που βλάπτουν και μειώνουν το εν λόγω κόμμα.
Η κ. Αλεξίου εξέφρασε την αγωνία της λέγοντας ότι ζούμε σε μια εποχή όπου ο πολίτης μετατρέπεται σε απλό κάτοικο χωρίς να πολιτικοποιείται, επιλέγοντας να μείνει «Έξω» από τα πολιτικά δρώμενα, χωρίς λόγο και δράση, άβουλα δεχόμενος τις αποφάσεις που παίρνει η κεντρική εξουσία γι’ αυτόν.
Από την πλευρά της η κ. Κουναλάκη όταν αναφέρθηκε στη Χρυσή Αυγή μίλησε για την ύπαρξη ενός «Βίαιου ακτιβισμού» με «Μελανοχίτωνες» και «Φαλακρούς» ενδεδυμένους με την απαραίτητη κατά το κόμμα «Μαύρη μπλούζα».
Η κ. Κουναλάκη συνέχισε το συλλογισμό της προλαλήσασας λέγοντας ότι ο πολίτης σήμερα εξοικειώνεται με την εμφάνιση της Χρυσής Αυγής μετατρέποντας σοβαρές εγκληματικές πράξεις του κόμματος σε… «Καφενειακή πλάκα» και μίλησε για την ανάγκη μετεξέλιξης του μέσου Έλληνα σε Ευρωπαίο πολίτη συναθροίζοντάς το με την αντίστοιχη παιδεία που πρέπει να λαμβάνει ώστε να πολιτικοποιείται.
Στη συνέχεια το λόγο πήρε ο δημοσιογράφος Νίκος Ξυδάκης και χαρακτήρισε «Αρρώστια» το δημοσιογραφικό ρεπορτάζ που βασίζεται μόνο σε κρατικές πηγές
δίχως προσωπική έρευνα. Ο κ. Ξυδάκης συνέχισε τη σκέψη του λέγοντας ότι μέχρι σήμερα δεν έχει παρατηρήσει ούτε μία τυπικά σωστή συνέντευξη από δημοσιογράφο με μέλος της Χρυσής Αυγής που να περιλαμβάνει από την πλευρά του πρώτου σωστή μελέτη συμπληρώνοντας χαρακτηριστικά ότι: «Δεν υπάρχει επαγγελματισμός».
Όσον αφορά τη Χρυσή Αυγή ο κ. Ξυδάκης δήλωσε ότι το κόμμα του κ. Μιχαλολιάκου προάγει τυφλές συγκρούσεις και εμφύλιο στους δρόμους, τρομοκρατεί ελληνικά δικαστήρια, όπως συνέβη με τη δίκη του Βουλευτή Ηλία Κασιδιάρη και τελειώνοντας πρόσθεσε ότι, κατά τη γνώμη του, το εν λόγω κόμμα δεν είναι το «Μακρύ χέρι του συστήματος» αλλά η εμφάνιση μιας «Underground» ιδεολογικής και νομικής κατάστασης.
Σειρά είχε ο δημοσιογράφος Γιάννης Τριάντης που δήλωσε ότι δύο λόγοι βοήθησαν στην εισαγωγή της Χρυσής Αυγής στην ελληνική Βουλή κι αυτοί ήταν η οικονομική κρίση και το «Μεταναστευτικό ζήτημα».
Ο κ. Τριάντης χαρακτήρισε ως «Όπιο των φτωχών» το φασισμό και υποστήριξε ότι η Χρυσή Αυγή δεν μπορεί να αφομοιωθεί από το «Σύστημα» όπως το Λ.Α.Ο.Σ, ούτε και να χειραγωγηθεί από τα ΜΜΕ. Ο δημοσιογράφος χαρακτήρισε φασιστικό το εγχείρημα του να τεθεί εκτός νόμου το νεοναζιστικό κόμμα χρεώνοντας τον ίδιο χαρακτηρισμό και σε όσους δεν καταδικάζουν τις βομβιστικές επιθέσεις στα γραφεία οποιουδήποτε κόμματος, ακόμα κι αυτών της Χρυσής Αυγής.
Ως τελευταίος ομιλητής της βραδιάς και μετά από περίπου τέσσερις ώρες μίλησε ο δημοσιογράφος Στέλιος Κούλογλου ο οποίος μη θέλοντας να κουράσει το κοινό,
ήταν λακωνικός και περιεκτικός. Ο κ. Κούλογλου εξέφρασε την πεποίθηση ότι η Χρυσή Αυγή θα έχει μεγάλη διάρκεια στην πολιτική ζωή της χώρας μας και πρότεινε λύσεις αντιμετώπισης του δημοσιογραφικού χώρου απέναντι στη νοοτροπία στην οποία κινείται το εν λόγω κόμμα. Αρχικά ο κ. Κούλογλου είπε ότι οι δημοσιογράφοι δεν πρέπει να σιγοντάρουν αστικούς μύθους που αφορούν το φασιστικό κόμμα, δίνοντας ως παράδειγμα τις ψήφους που έλαβε η Χρυσή Αυγή στην περιοχή του Διστόμου, οι οποίες ήταν ελάχιστες εν αντιθέσει με αντίστοιχο λανθασμένο ρεπορτάζ που είχε δημοσιευθεί και μίλαγε για ακριβώς το αντίθετο. «Η έρευνα και το ρεπορτάζ πρέπει να γίνονται σωστά.. Δεν πρέπει αβίαστα να υιοθετείτε η ατζέντα της Χρυσής Αυγής» τόνισε ο κ. Κούλογλου και υπεραμύνθηκε της θέσης του αυτής λέγοντας ότι μόνο μ’ αυτόν τον τρόπο τιμάται η Ιστορία της χώρας αλλά και των δημοσιογράφων.
Τέλος ο κ. Κούλογλου χαρακτήρισε «Εγκληματική οργάνωση» το νεοναζιστικό κόμμα και προέτρεψε τους παρευρισκόμενους να μην «Τσιμπούν το τυράκι» σχετικά με το αν πρέπει να τεθεί εκτός Νόμου η Χρυσή Αυγή διότι το συγκεκριμένο δίλημμα είναι πλαστό μιας και κανένα κόμμα δεν έχει επίσημα στη Βουλή καταθέσει αντίστοιχη πρόταση.
Μετά τη διαδικασία των ομιλιών υπήρξε ελεύθερη συζήτηση μεταξύ των ομιλητών και του κοινού. Παράλληλα τα πηγαδάκια ξανάσμιγαν κουβεντιάζοντας, όχι για τα «Παλιά» αυτή τη φορά αλλά για όσα ακούστηκαν, κάνοντας περαιτέρω ανάλυση.
Χρήστος Α. Μπαλωτής